THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

Thursday, January 3, 2008

O Παλαιστής Ιβάν Στάμπο prt2

(To πρώτο μέρος θα το βρείτε παρακάτω ή εδώ)


Αντιλαμβάνεσαι, του λέει, πως δεν έχεις πολλά περιθώρια άρνησης. Για να μην αισθάνεσαι και εξαναγκασμένος σου υπόσχομαι ότι από την στιγμή που θα λάβεις μέρος σε αυτόν τον αγώνα θα έχεις την αμέριστη επιείκεια μου και την προστασία μου, βεβαίως όσο θα περνάει από το χέρι μου, του έκλεισε το μάτι. Ο Ιβάν Στάμπο ανεπαίσθητα έκανε ένα βήμα πίσω. Ο διοικητής του επιφύλασσε μια τελευταία κουβέντα, μπορεί να βγάλεις και λεφτά από αυτήν την ιστορία, αν κερδίσεις. Μόλις αποτελείωσε την φράση του έσκασε στα γέλια, φανερώνοντας έτσι όλη την υπεροψία που προσπαθούσε να κρύψει τόσην ώρα. Λοιπόν μέχρι την επόμενη Κυριακή να είσαι έτοιμος.

Ο Ιβάν Στάμπο έφυγε σκυφτός και σκεφτικός από το τμήμα. Η εικόνα του Γομαριού του ήρθε στο μυαλό, ένιωσε φόβο, αν και δεν υπήρχε περίπτωση να το παραδεχτεί ποτέ. Περπάτησε για αρκετή ώρα και τελικά αποφάσισε να επιστρέψει στο σπίτι των δικών του ανθρώπων. Φυσικά το είχε πάρει είδηση ότι κάποιος τον ακολουθούσε τόσην ώρα.

Ο ξάδερφός του τον πρόφτασε πριν να μπει μέσα. Στην μητρική τους γλώσσα των ρώτησε χαμηλόφωνα, που ήσουν αδερφέ μου, σε μπλέξανε σε κανά καβγά. Δεν πήρε απάντηση. Κατευθύνθηκε στο δωματιάκι του, ίσα που χωρούσε μέσα ο τεράστιος όγκος του. Ο ξάδερφός του επέμενε, θα μου πεις τι συνέβη; Βγήκες για βόλτα και επέστρεψες μετά από ώρες. Παράτα με.

Καλά, όπως επιθυμείς. Εγώ όμως έψαξα και σου βρήκα δουλειά. Κοντά στο λιμάνι είναι ένα κέντρο διασκεδάσεως, μίλησα στον ιδιοκτήτη που είναι φίλος μου. Ζητάει, λέει, ένα δυνατό άνδρα για την ασφάλεια του μαγαζιού, πολλοί πελάτες μεθάνε και κάνουν ζημιές. Είσαι ο κατάλληλος.

Ο Ιβάν έκανε πως άκουγε αδιάφορα, αλλά η αλήθεια είναι πως μέχρι να γίνει ο αγώνας χρειάζονταν κάποια απασχόληση. Επίσης σκέφτηκε πως αυτός ο τύπος, που είναι άνθρωπος του λιμανιού και της νύχτας, ίσως να μπορέσει να τον βοηθήσει.

Το επόμενο απόγευμα πήγε στο μαγαζί. Ήταν στο ισόγειο ενός ημιερειπωμένου διώροφου σπιτιού. Πάνω από την πόρτα της εισόδου κρέμονταν δύο βρώμικες λάμπες λουξ. Μπήκε μέσα και αμέσως τον έπνιξε η καπνίλα και η μουντάδα. Ενώ έξω είχε ακόμα φως, στο εσωτερικό δεν έμπαινε ούτε μια αχτίνα, καθώς όλα τα τζάμια ήταν καλυμμένα με μουσαμάδες. Η αλήθεια είναι ότι δεν του έκανε άσχημη εντύπωση. Πίσω στην πατρίδα του σύχναζε σε εξίσου βρώμικα, αν όχι χειρότερα, χαμαιτυπεία.

Οι καρέκλες ήταν ακόμα πάνω στα τραπέζια. Στην μικρή πίστα ένας θαμπός προβολέας φώτιζε ένα τύπο που κούρδιζε ένα μπουζούκι, φορούσε καφέ κουστούμι και κόκκινη γραβάτα,. Σε ένα γραφειάκι πίσω στην γωνία του μαγαζιού ήταν ένας επιβλητικός μουστακαλής, ο οποίος καθόταν σταυροπόδι στην ακρίτσα μιας καρέκλας και έπαιζε στα χέρια του ένα κομπολόι. Γύρισε αδιάφορα το κεφάλι του και το βλέμμα του έπεσε στον Ιβάν. Του κάνει νόημα να πλησιάσει.

Ώστε εσύ είσαι το ξαδερφάκι του Νικολάκη, καλά μου τα λεγε, είσαι σκέτο θηρίο. Εγώ είμαι ο Βασιλάρας και διευθύνω τούτο δω το τσαρδί. Δεν τα πολυέπιανε τα λόγια του ο Ιβάν, αλλά διέκρινε μια συμπάθεια εκ μέρους του. Λοιπόν πιάνεις δουλειά από απόψε, πήγαινε πίσω στα καμαρίνια να σου δώσουν ένα κουστούμι, αν και εσύ χρειάζεσαι αντίσκηνο για να χωρέσεις. Έσκασε στα γέλια φτύνοντας παντού σάλια.

Ντύθηκε και τον οδηγήσανε στο πόστο του, δίπλα στο ταμείο. Η νύχτα έπεσε και τα πρώτα ρεμάλια έκαναν την εμφάνισή τους. Ήταν όλοι άνθρωποι του λιμανιού και κρεαταγορίτες. Κάποιοι από αυτούς σέρνανε από πίσω κάτι ξανθές γκόμενες. Το πρόγραμμα ξεκίνησε με ένα στριπτήζ, μια πολύ όμορφη κοπέλα. Ο Ιβάν δεν είχε δει κάτι παρόμοιο στην ζωή του, κοκκίνισε. Στην συνέχεια πήραν θέση οι μουσικοί, στο κέντρο κάθονταν ο τύπος με το μπουζούκι και το καφέ κουστούμι, όλοι χειροκρότησαν, φαίνεται ήταν μεγάλη φίρμα.

Το κέφι είχε ανάψει και το ποτό έρεε άφθονο, όλα όμως κυλούσαν ήσυχα. Ο ταμίας που στέκονταν δίπλα του έφερε ένα μπουκάλι βότκα. Τέτοιο ποτό δεν πίνετε στην πατρίδα σου; Μάλιστα, του απαντάει. Λοιπόν πάρε ένα ποτηράκι και έλα να πιούμε και μεις τίποτα. Ο Ιβάν το καλοσκέφτηκε, από καιρό το είχε πάρει απόφαση να κόψει το ποτό, ειδικά τώρα που τον περίμενε ένας τόσο σημαντικός αγώνας. Αλλά το λαρύγγι του διψούσε απίστευτα. Πρέπει να τον είχε μερακλώσει και το μπουζούκι κι έτσι πήρε ένα ποτήρι, το κοπάνησε στο τραπέζι και είπε με αποφασιστική φωνή, γέμισέ το!

Όλο το βράδυ έπιναν με τον ταμία. Έτσι όταν εκείνα τα δύο μούτρα μπήκαν στο μαγαζί ούτε που το πήραν χαμπάρι.


to be continued....

0 σχόλια: